Point Of View

Ονόριο, τα ανομήματα ενός εγκληματία - Κριτική

Νάγια Παπαπάνου

«Νόμοι, άγγελοι, δαίμονες, ψέματα και αλήθεια… Ο άνθρωπος, του οποίου τη σκοτεινή ζωή, μα και τον θάνατο, θα δείτε, έπαιξε με όλα αυτά. Και θα το ακούσετε κι εσείς ποια ήταν η ταυτότητά του και ποια η αλήθεια. Εάν υπάρχει αλήθεια…» Ονόριο, Τα Ανομήματα ενός Εγκληματία, Στέφανος Παπατρέχας

Μια μυστηριώδης φωνή απευθύνει τους θεατές, τους δίνει μια υπόσχεση – απειλή μες από το σκοτάδι της σκηνής και των παρασκηνίων. Ο Μεσιέ Απλοντιζέ ένας «σύγχρονος» βάρδος, η προβολή του συγγραφέα μέσα στο έργο, αναλαμβάνει να εξυμνήσει τα ανομήματα του Ονόριο, αν φυσικά ήταν πράγματι αυτό το όνομα του. Ο πρωταγωνιστής αυτού του σπονδυλωτού έργου παρελαύνει από την Μονή της Αγίας Καικιλίας – προστάτιδας της μουσικής τέχνης –, στο μέγαρο μιας δούκισσας, στο δάσος συντροφιά με τσιγγάνους και τελικά στο Βασίλειο του, Βασιλιάς! Στο πέρασμα του, ίντριγκες, δολοπλοκίες, δολοφονίες, έρωτες και εκβιασμοί συμβαίνουν μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Τι είναι αλήθεια άραγε απ’ ΄όσα διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια των θεατών; Ή μήπως γίνονται αλήθεια επειδή οι θεατές τα βλέπουν;

Το ζήτημα του θεάτρου μέσα στο θέατρο, είναι παρόν στα δύο πρώτα έργα του Στέφανου Παπατρέχα, τους μονολόγους «Φροσύνη» και «Πασού» από την πλευρά της τεχνικής του ηθοποιού, της διαδρομής που κάνει να συναντήσει τον ρόλο που μελετά για να υποδυθεί τελικά στην σκηνή. Στο νέο πολυπρόσωπο έργο του, «Ονόριο, τα ανομήματα ενός εγκληματία», ο συγγραφέας, τοποθετείται μέσα στην σκηνική δράση μέσω του Μεσιέ Απλοντιζε, μια φιγούρα που σταματά ή ξεκινά ή αλλάζει την ροή κάθε ιστορίας, επιβεβαιώνοντας την παντοδυναμία του ενορχηστρωτή – συγγραφέα. Ο τρόπος που μεταχειρίζεται ο συγγραφέας τον ρόλο του Απλοντιζέ, παραλληλίζει την ιστορική ανάμνηση του θεάτρου της Αναγέννησης, όταν ο συγγραφέας του έργου έπαιζε και στην παράσταση (Σαίξπηρ, Μολιέρος), αν και πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί επιλέγουν να βρίσκονται δυναμικά ή να περνούν από την σκηνή. Σε κάθε περίπτωση η προσεκτική επιλογή της φρασεολογίας του Απλοντιζέ δηλώνει μια έντονη διαλεκτική του συγγραφέα με το δραματικό γίγνεσθαι, που είναι σκανδαλωδώς ανανεωτική για τον ρυθμό του έργου, καθώς κάθε δική του παρέμβαση προχωρά ή εξελίσσει την δράση. 

Η σκηνοθεσία του Λάζαρου Βαρτάνη και του Στέφανου Παπατρέχα, στηρίζεται στην ανάγλυφη παρουσίαση των σκηνών, σχεδόν σαν φευγαλέες εικόνες από τους «Βοργίες» των Αλεχάντρο Ζοντοροφσκι και Μίλο Μανάρα. Οι ερμηνευτές οπλισμένοι με τα άκρως θεατρικά κοστούμια (Ηλένια Δουλαδίρη) και λιγοστά αντικείμενα (κυρίως μάσκες και αξεσουάρ), χορογραφούνται (Μαρίνα Μαυρογένη) σε αυτό τον άδειο σκηνικό χώρο, και είναι σαν να υπάρχουν όλα εκεί: το μοναστήρι, το δάσος, το ανάκτορο, το νεκροκρέββατο. Τα διαφορετικά επίπεδα του θεάτρου Βαφείο – Λάκης Καραλής, αλλά και οι κολόνες επί της σκηνής, αναδεικνύονται θαυμάσια, και οι όγκοι τους ξεχωρίζουν χάρις στους φωτισμούς του Τάκη Λυκοτραφίτη. Το σκοτάδι, το φως και η μουσική της Σίσσυ Βλαχογιάννη ντύνουν μια σύγχρονη παράσταση που εμπνέεται από την ιστορική άχλη του Μεσαίωνα.

Ο σπονδυλωτός χαρακτήρας του έργου, θυμίζει σε πολλά σημεία το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου, ακόμα κι η θεματολογία των ιστοριών που αφηγείται: ιστορίες αγάπης, φιλοδοξίας, ηρωισμού, λαγνείας αλλά και αλαζονίας. Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν πολλαπλούς ρόλους, καθώς σε κάθε ιστορία καλούνται να υποδυθούν κι ένα άλλο χαρακτήρα. Όμως όλοι οι χαρακτήρες συνωμοτούν για το τέλος του Ονόριο. Ο Λάζαρος Βαρτάνης στον ομώνυμο ρόλο, αναδεικνύει με εξαιρετική υποκριτική δεινότητα την υποκρισία του Ονόριο, ενώ ο Αλέξανδρος Καναβός στον ρόλο του επιστήθιου φίλου γίνεται απειλητικός ως γιατρός της Πανούκλας / Εφιάλτης, απολαυστικός ως Καλόγρια, και συγκινητικός στην εξομολόγηση του. Η Σύνθια Μπατσή, με το χαρακτηριστικό γέλιο ως καλόγρια στο μοναστήρι της Αγίας Καικιλίας, μεταμορφώνεται σε Δούκισσα κι ύστερα σε ένα ερωτικό αγρίμι στην σκηνή με τους Τσιγγάνους. Η Γεωργία Πιερρουτσάκου πείθει στον ρόλο της παραστρατημένης κορασίδας και εκπλήσσει με την ανατροπή που συνεπικουρεί βεβαίως και το κείμενο του έργου. Η Μαίρη Ξένου παρά το μικροσκοπικό και νεαρό της παράστημα, γίνεται μια ύπουλη και δολοπλόκος ηγουμένη η οποία προκαλεί και έντονη θυμηδία με τα παθήματα της. Ο Στέφανος Παπατρέχας ακόμα κι όταν ερμηνεύει τον τσιγγάνο, πάντα κλείνει το μάτι στο κοινό, είναι πάντα ο ίδιος, ο Μεσιέ Απλοντιζέ, η προβολή του βάρδου στην σκηνή του θεάτρου. Αυτός ο διττός ρόλος του δίνει μια εξαιρετική ορμή επί σκηνής, καθώς ακόμα και πίσω από τον Ονόριο βρίσκεται αυτός. Η τελευταία σκηνή πριν το φινάλε όταν σαν μέγας κουκλοπαίχτης κινεί τα αόρατα νήματα των ηθοποιών είναι έννομη με τις αρχικές προθέσεις του συγγραφέα όπως μας τις συστήνει ο ίδιος. 

Παρά το άηθες του Ονόριο και των ανομημάτων του, η αισθητική και η συμπερίληψη είναι καίρια σημεία αυτής της παράστασης που με θεατρικούς όρους μιλά ουσιαστικά για την υποκρισία τόσο στην κοσμική όσο και στην εκκλησιαστική ζωή, αλλά και για την πατριαρχία μέσα από την ανατρεπτική ιστορία των τσιγγάνων, κυρίως μιλά για την μοίρα του ανθρώπου και πως αυτή την ελέγχει ο ίδιος με τις επιλογές και τις πράξεις του. Η παράσταση «Ονόριο, τα ανομήματα ενός εγκληματία», είναι μια πολύ όμορφη και πολύ «θεατρική» παράσταση που φέρνει στο νου πολλές αναφορές, αλλά ταυτόχρονα είναι γνήσια και αυθεντική ακριβώς όπως κι οι συντελεστές της. 

**Το κείμενο της παράστασης θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Κέδρος**

Info Παράστασης

Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος