Internal Interviews

Τάσος Φραγκιάς @ Boem Radio

Σοφία Καραγιάννη

Λίγες ημέρες μετά την πρεμιέρα της παράστασης "Μια Μέρα Πριν", στο Studio Μαυρομιχάλη,  μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη της παράστασης Τάσο Φραγκιά. 

Τι ήταν αυτό που σου κίνησε το ενδιαφέρον στο κείμενο της Ιώς Αρματά για να σκηνοθετήσεις αυτή τη παράσταση;

Όταν ήρθα στην Ελλάδα τέλος Μαρτίου του 2019 ήθελα να δημιουργήσω και να βρω ένα πάτημα να μου δίνει έμπνευση και τροφή για σκέψη. Το κείμενο της Ιώς είχε κάτι τέτοιο στο οποίο μπορούσα να πατήσω. Ήταν πρόκληση για μένα να συνθέσω κάτι με πολλά ψήγματα που είχε στην κατοχή της,  που κατά πρώτον ήταν ποιητικά, μιας και προέρχεται από τον χώρο της ποίησης. Η δουλειά ξεκίνησε τον Σεπτέμβρη του 2019, και το «Μια Μέρα Πριν» πέρασε αρκετά στάδια για να φτάσει στην μορφή που  είναι τώρα. Πολλές αλλαγές, πολλές προσθήκες και διαγραφές, αλλά κυρίως στον τρόπο που βασιζόμουν στην παρουσία των ηθοποιών μου. Μέσα από αρκετούς αυτοσχεδιασμούς φτάσαμε να βρούμε κάτι οργανικό μέσα από τους ίδιους και μέσα από την καθοδήγηση μου. Το κείμενο δεν είναι γραμμένο με τον συμβατικό και γνώριμο τρόπο όπως όλοι ξέρουμε και γνωρίζουμε ,  αλλά έχει ένα δικό του ρυθμό και χωρίς σημεία στίξης, όπου με έκανε να πάω βαθύτερα για να γίνει η ροή του λόγου πιο άμεση αποφεύγοντας να είναι μια κοινή απαγγελία. Η βοήθεια της Ιώς Αρματά ήταν πολύτιμη, και τη καθοδήγησα να εντάξει στοιχεία και κλειδιά που θα με οδηγήσουν στην τελική αφήγηση.  Το κείμενο από μόνο του ήταν αινιγματικό, χρειαζόταν μόνο ένα σωστό προσανατολισμό. Η τελική του μορφή μου επέτρεψε να δω καθαρά ότι το τελικό αποτέλεσμα συγκαταλέγεται στο Μετα-δράμα. 

Πόσο μπορεί μια τυχαία συνάντηση να πυροδοτήσει εξελίξεις και σκέψεις για το εγώ μας;

Θα βασιστώ σε κάτι που είναι κλισέ λέγοντας ότι όλα γίνονται και συμβαίνουν για κάποιο λόγο. Όπως όταν πρωτογνώρισα την Ιώ Αρματά, και πόσο μάλλον και τους υπόλοιπους συντελεστές της παράστασης μας. Πέρασαν πολλά άτομα για να γίνει και  να δημιουργηθεί αυτή η ομάδα, όπου κάποιοι αποστασιοποιήθηκαν , άλλοι έφυγαν , αλλά αυτοί που παρέμειναν, ενεργειακά ο ένας έλκετε από τον άλλον και έτσι παραμείναμε και συνδημιουργήσαμε. Ένας καλός φίλος που έφυγε πριν από ένα χρόνο, μου είχε πει «Η Αθήνα είναι μια μοναχική πόλη…» Μου πήρε καιρό να το συνειδητοποιήσω, μέχρι που βρέθηκα σε ένα περιβάλλον στο οποίο δε το προκάλεσα, αλλά ήρθε και δημιουργήθηκε μόνο του, και μου δόθηκε γενναιόδωρα και απλόχερα. Ακριβώς όπως στο έργο μας, ότι δίνεις και σπέρνεις τελικά σου ανταποδίδεται όπου σίγουρα υπάρχουν άτομα που είναι ανιδιοτελή μέσα στην κοινωνία στην οποία ζούμε. Πιστεύω ότι όλοι έχουμε τους προσωπικούς μας  φραγμούς, τους δικούς μας δαίμονες, θα είναι μια γλυκιά υπέρβαση για τον καθέναν μας όταν σπάσουμε το φράγμα των προσωπικών αντιστάσεων μας  και να επιτρέψουμε να εκτεθούμε με τον πραγματικό μας εαυτό για να βρούμε προσωπική λύτρωση, να αποδεχτούμε τους άλλους με τα δικά τους ιδιώματα.  Άλλωστε, είναι ωραίο να βρίσκεις συνοδοιπόρους στην ζωή οι όποιοι κάνουν αυτό ταξίδι της ζωής αμνημόνευτο. 

Υπάρχει άγχος και αγωνία στο να ανέβει μία παράσταση στις μέρες μας, και με το 30% σε πληρότητα στα θέατρα; Ή για να το πω λίγο πιο καθημερινά βγαίνει η παράσταση κι αξίζει το ρίσκο;

Φυσικά υπάρχει άγχος, όχι τόσο για την έμπνευση ή για τη δημιουργία, αλλά οι περιορισμοί που κάποια στιγμή, σκέφτηκα πέρσι, ότι ίσως να υπάρχει κάποιο σχέδιο από την κυβέρνηση, όπου κάποιοι δεν θα είναι είναι πιο προνομιούχοι από τους άλλους. Δεν νοείται ότι δεν είμαστε τελικά χομπίστες αλλά ταγμένοι στο βωμό της τέχνης όλη μας τη ζωή. Πολλοί από εμάς έχουμε σπουδάσει εντός και εκτός των συνόρων της Ελλάδας, έχουμε αφιερώσει χρόνια στη σπουδή μας, και ξαφνικά, δυστυχώς, συνειδητοποιείς ότι μας αντιμετώπισαν άνισα. Όλοι εμείς που εκπροσωπούμε το ελεύθερο θέατρο, είμαστε μια δύναμη, και το αποδεικνύουμε καθημερινά υποστηρίζοντας τον πολιτισμό και τις τέχνες. Εμείς ως ομάδα πήραμε το ρίσκο να το κάνουμε, παρόλο που ξέραμε πέρσι το 2020 ότι την επομένη μέρα θα είχαμε την αναστολή, και πόσο μάλλον μια δεύτερη καραντίνα αργότερα. Για μας ήταν μια πνοή, παρόλο τον κόπο, την κούραση, τον χαμηλό προϋπολογισμό, όπου η θέληση και η δύναμη μας, μας έσπρωξε να πραγματοποιηθεί έστω ΜΙΑ παράσταση, να εδραιώσουμε  ότι η τέχνη ΜΠΟΡΕΙ  να επιβίωση σε αυτή τη δύσκολη περίοδο. Γιατί η τέχνη είναι ζωοδότης. 

Τι μάθαμε για την ελληνική κοινωνία από την κρίση; 

Δύσκολη ερώτηση για μένα. 

Ζούσα στο Μόντρεαλ του Καναδά για αρκετά χρόνια, όποτε ότι μάθαινα για τα γεγονότα στην Ελλάδα τα μάθαινα από την δορυφορική τηλεόραση στο εξωτερικό, ή από φίλους και συγγενείς που επικοινωνούσα τακτικά μαζί τους. Δε θέλω να εκφέρω κάποια γνώμη, γιατί βρέθηκα αρκετές φορές σε άβολη θέση όσο ερχόμουν για διακοπές στην Ελλάδα, όπου οι περισσότεροι έλληνες είχαν έναν μόνιμο εκνευρισμό και μια σύγχυση προ-Covid. Δε θα ήθελα να εκφράσω τη γνώμη για οποιαδήποτε κυβέρνηση, ούτε να μιλήσω για τα πολιτικά της Ελλάδος. Οι σκεπτόμενοι ξέρουν, τώρα το θέμα είναι να αποκτήσουν μια φωνή δυνατή και  να πάψουν να επιτρέπουν την ωραιοποίηση των τραγικών γεγονότων αυτού του τόπου. Τώρα όμως που ζω ξανά στην Ελλάδα, με δυσκολία προσαρμόζομαι στην καθημερινότητα αυτού του τόπου. Η μακρόχρονη παραμονή μου σε μια χώρα πολυπολιτισμική με έκανε να αντιλαμβάνομαι κάποια θέματα τελείως διαφορετικά και όταν ήρθα ο επαναπατρισμός μου ήταν δύσκολος. Έφαγα αρκετούς ηχηρούς πολιτιστικούς και πολιτισμικούς κολάφους τα τελευταία δυόμιση χρόνια που ζω στην Αθήνα, κυρίως με θέματα παιδείας, με το προσφυγικό ζήτημα, με την ταυτότητα του φύλου ή για το χρώμα και την καταγωγή των συμπολιτών μου στην Ελλάδα. Φυσικά αναγνωρίζω την κρίση της πανδημίας, και ο διαχωρισμός μεταξύ των εμβολιασμένων και μη, αλλά οι ο κόσμος ξέχασε δυστυχώς  τα κοινωνικά ζητήματα που ακόμα υπάρχουν. 

Τι έμαθες για τον εαυτό σου από την κρίση;

Έφυγα ξανά για Καναδά στα μέσα του 2000 και ο λόγος ήταν ότι υπήρχε μια παθητικότητα σε ότι είχε να κάνει με τους κοινωνικούς προβληματισμούς και πόσο μάλλον στον ακτιβισμό μέσω της τέχνης. Λίγοι ήταν αυτοί οι που έκαναν ακτιβισμό μέσω της τέχνης εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα και οφείλω να το ομολογήσω. Ήθελα να ενισχύσω τις γνώσεις μου μέσω ενός πρότυπου που υπήρχε εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Όταν συνειδητοποίησα ότι γινόμουν εμπορικός, αυτό κάπως με ξένισε, δεν ήμουν εγώ αυτό, δεν με αντιπροσώπευε. Έπρεπε να βρω την φωνή μου, να αποστασιοποιηθώ από τους υποτιθέμενους κανόνες που έχει να κάνει με τη ν τέχνη και πόσο μάλλον στο θέατρο. 

Είμαι τυχερός που έφυγα πριν την κρίση, όπου κατάφερα να βρω τον εαυτό μου και να δημιουργήσω το δικό μου μανιφέστο και να αποφύγω την παθητικότητα και κυρίως καλλιτεχνικά. Όπως και τώρα, με τη κρίση της πανδημίας, δε περιμένω τη βοήθεια ενός Μεσσία, πόσο μάλλον την παρέμβαση μιας από μηχανής θεότητας να μου δώσει θεία επιφοίτηση. Όταν βλέπουμε ότι τελικά δεν είναι μόνο μια κρίση, αλλά υπάρχει αδικία γενικά και σε άλλα θέματα και κυρίως κοινωνικά, στρέφεις τη θλίψη σου και την αγανάκτηση  να γίνει κάτι δημιουργικό, να τολμήσεις καινούργιες μεθόδους, καινούργιες προσεγγίσεις. Για αυτό τον λόγο στράφηκα να δημιουργώ θέατρο όχι με τους συμβατικούς  τρόπους, πόσο μάλλον να κάνω θέαμα σε μη συμβατικούς χώρους επίσης. 

Είμαστε στο 21’ του 2000, όπου θεωρώ είναι η στιγμή να πατήσουμε την επανεκκίνηση στον ρου της κοινωνίας. 

Το 2007 στην Νέα Ορλεάνη, ο σκηνοθέτης Paul Chan, ανέβασε το περιμένοντας τον Γκοντό του Μπέκετ εν μέσω των συντριμμάτων, μετά το πέρασμα του τυφώνα Κατρίνα, χρησιμοποιώντας τον φυσικό χώρο και την ενεργεία της τοποθεσίας, αντλώντας έμπνευση να γίνει η αφήγηση με τέτοιο τρόπο που δεν ήταν συμβατικός θεατρικός χώρος. Ζώντας ο ίδιος την κρίση της πανδημίας, οδηγήθηκα να χρησιμοποιήσω την έμπνευση μου με γνώμονα τις γνώσεις μου, να ψάχνω ολοένα καινούργιους τρόπους θεάματος, αποφεύγοντας τα streaming όπου χάνεται δυστυχώς το momentum, πόσο μάλλον ένας ηθοποιός θεάτρου να απευθύνει το λόγο σε μια κάμερα χωρίς το ζωντανό κοινό. Όποια κρίση κι αν είναι αυτή, πρέπει να μην αδρανούμε και να μη γινόμαστε παθητικοί στα δρώμενα, όποια συγκυρία κι αν είναι αυτή, εμείς οι καλλιτέχνες θα πρέπει εμπιστευτούμε τη  φλόγα μέσα μας για καινούργιες δημιουργίες και για κοινωνική αφύπνιση. Ανέκαθεν, η τέχνη είχε έναν ρόλο λειτουργικό στην ενίσχυση στην πολιτιστική και πολιτισμική ταυτότητα ενός τόπου, πόσο μάλλον του κόσμου. 

Υπάρχει μια συγκεκριμένη στιγμή κατά την οποία αποφασίζει κανείς με τι θα ασχοληθεί στη ζωή του. Για εσένα πότε ήταν;

Από πολύ νωρίς ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με τους κοινωνικούς προβληματισμούς, πριν την εφηβεία, αλλά δεν έβλεπα καθαρά  το στόχο μου και πώς θα μπορούσα να φτάσω εκεί. Όταν έγινε ο πρώτος μου επαναπατρισμός στις αρχές της δεκαετίας του 80’ ο γλωσσικός περιορισμός μου και έκφρασης δεν ήταν σύμμαχοι μου και για πολλά χρόνια. Η υποκριτική ήταν για μένα μια λύτρωση, και ανακάλυψα ότι μπορούσα να χρησιμοποιήσω όχι μόνο το  λόγο αλλά και το σώμα ως μέσω επικοινωνίας. Πολύ αργότερα ανακάλυψα ότι η σωματικότητα έχει έναν άλλον τρόπο αφήγησης και αυτό το είδα όσο ήμουν στα Ελληνικά σχολεία που δίδασκα στο Μόντρεαλ. Δίδασκα στα μέσα του 2010 ταυτόχρονα και σε γυμνάσια, σε λύκεια αλλά και σε τάξεις του δημοτικού. Η διδασκαλία μου στις νεαρότερες ηλικίες ήταν για μένα καταλυτική. Η αφήγηση ενός μύθου του Οδυσσέα, ή η εξιστόρηση του έπους του 21’, ή ακόμα τα παραμύθια για τους μπόμπιρες στις τάξεις της πρώτης και δευτέρας δημοτικού, έγιναν για μένα ένας κοινωνικός πειραματισμός, όπου είδα ότι η τέχνη της αφήγησης μέσω λόγου και σωματικότητας καθήλωνε τους μαθητές μου και να μην χάνουν καθόλου το ενδιαφέρον τους. Δημιούργησα μικρές θεατρικές παραστάσεις στην τάξη αλλά και για ολόκληρο σχολείο με γνώμονα πάντα  την εκπαίδευση και διδασκαλία των μαθητών μου. Το σχολείο ήταν ένα καταφύγιο για μένα όταν ήμουν στο Μόντρεαλ, όπου στη περίοδο αυτή των σχεδόν πέντε χρονών διδασκαλίας, ανακάλυψα τι ακριβώς ήθελα και ποιος είναι ο σκοπός μου και τότε αποφάσισα να πάω πάλι στο σχολείο και εγώ. Στο πανεπιστήμιο του Concordia βρήκα τις απαντήσεις μου. Μελέτησα αρκετές μεθόδους υποκριτικής, σχολές σκηνοθεσίας, ανακάλυψα καινούργια εργαλεία και το πιο σημαντικό βρήκα κι άλλους ομοϊδεάτες και μέντορες οι οποίοι γενναιόδωρα με καθοδήγησαν να βρω την δική μου φωνή. Σημαντικές προσωπικότητες της τέχνης με στιγμάτισαν  όταν τους πρωτοσυνάντησα: Marina Abramović, Guillermo Gómez-Peña, Peter Brook, Brooke Johnson, αλλά η πιο σημαντική επιρροή ήταν από τον δικό μας έλληνα δημιουργό θεάματος Δημήτρης Παπαϊωάννου. 

Νιώθεις ευτυχής για ό,τι έχεις καταφέρει ως τώρα στη ζωή σου;

Νιώθω ευγνώμων, ευτυχής είναι μια μεγάλη κουβέντα. Εδώ τολμώ ακόμα μια φορά να χρησιμοποιήσω το κλισέ «όλα γίνονται για κάποιο λόγο …»  Ήμουν μαχητής και δεν τόλμησα να αδρανήσω ή να γίνω παθητικός σε πολλά θέματα της ζωής μου και κυρίως στην καριέρα μου. Έχω τύχει σε πολύ καλές συνεργασίες και ένιωσα ευλογημένος, αλλά έχει τύχει να συνεργαστώ με ανθρώπους που η εμπειρία ήταν δυσάρεστη, και αυτό συνέβη δυστυχώς στην Ελλάδα και στα δυόμιση χρόνια όσο είμαι εδώ. Νιώθω ολοκληρωμένος που τα κατάφερα να βρεθώ με υπέροχους ανθρώπους και συνεργάτες που με εμπιστεύτηκαν να δουλέψουμε μαζί στον επαναπατρισμό, να συνδημιουργήσουμε, χωρίς ο ένας να υπονομεύει τον άλλον, όπως πρόσφατα έμαθα το ρήμα από την τελευταία μου συνεργασία μου: Να «καπελώνει» ο ένας τον άλλον. Όμως, παρόλα αυτά, όλα είναι ένα μάθημα ζωής, και τα αρνητικά έχουν επίσης ένα σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη ενός ατόμου.   

Συνήθως ποιά είναι η τελευταία σκέψη που κάνεις κάθε βράδυ πριν κοιμηθείς;

Συνήθως περνώ ολόκληρα θεατρικά έργα μέσα από το μυαλό μου, όπου κάνω σκηνοθετική παρέμβαση νοερά! Βλέπω την παράσταση από το προοίμιο του μέχρι την αυλαία. 

Σταμάτησα όμως να αναζητώ απαντήσεις μέσα από την καθημερινότητα μου, το θεωρώ νοσηρό και κουραστικό να πρέπει να αιτιολογήσω ή να δικαιολογήσω την συμπεριφορά ενός συνάνθρωπου μου ή ενός φίλου, πόσο μάλλον την δική μου προσέγγιση όπου με εξαντλεί και διακόπτει την δημιουργικότητα μου. Δεν μιλώ για την κοινωνία και τα φαινόμενα της, αλλά για κάποιους  ανθρώπους που με περιστοιχίζουν. Στους κοινωνικούς προβληματισμούς όμως είμαι και θα είμαι ενεργός, για αυτό ίδρυσα την Ομάδα |π| που εκπροσωπεί την ιδεολογία και την φιλοσοφία μου αλλά και της ομάδας,  όπου ως συνδημιουργοί συγκλίνουμε στους κοινούς σκοπούς μας,

My Happy Place είναι το θέατρο και οι τέχνες και πως θα ανακαλύπτω καινούργιους, καινοτόμους τρόπους προσεγγίσεις. 

Και η πρώτη όταν ξυπνάς; 

Ευγνωμονώ που άνοιξα τα μάτια μου και σήμερα. Ευχαριστώ το σύμπαν να έχω μια ακόμη ευκαιρία να κάνω κάτι σωστό για τον συνάνθρωπο αλλά και για την κοινωνία. Ελπίζω για ένα καλύτερο αύριο, χωρίς πανδημία, χωρίς πόλεμους, χωρίς ρατσισμό ανεξαρτήτως φύλου, ιθαγένειας ή χρώματος. Όλα με μια ενεργή ταπεινότητα, σεβασμό και ευαισθησία προς τον άνθρωπο. 

Θα μας διηγηθείς μια μποέμικη στιγμή της ζωής σου;

Η ζωή μου ήταν μποέμικη από την γέννηση μου. Από τη στιγμή που μπήκα σε ένα αεροπλάνο, βρέφος ακόμα, να μεταναστεύσω με την οικογένεια μου σε άλλη ήπειρο, μέχρι που πήρα τον χρόνο μου από την εφηβεία μέχρι την ενηλικίωση μου να βρω τον εαυτό μου μέσα από πολλά επαγγέλματα, μέσα από ανθρώπους που στιγμάτισαν την ζωή μου για να καταλήξω να γίνω αυτό που είμαι σήμερα. 

Η ζωή μπορεί να είναι μποέμ για όλους μας αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας να πάμε  στο άγνωστο χωρίς δίχτυ ασφαλείας και να δεχόμαστε κάθε στιγμή κάθε καινούργια συγκίνηση και εμπειρία. Το ταξίδι μας αυτό,  ας φροντίσουμε να είναι όμορφο και γεμάτο μοναδικές εμπειρίες.

Ευχαριστούμε για τον χρόνο σου. Καλή επιτυχία!


Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος